Ο τάφος της θρυλικής Μαντάμ Ορτάνς, της γυναίκας που υμνήθηκε από τον κορυφαίο συγγραφέα Νίκο Καζαντζάκη στο έργο του «Αλέξης Ζορμπάς», βρέθηκε στο νεκροταφείο της Ιεράπετρας.
O δήμαρχος Ιεράπετρας κ. Φραγκούλης δήλωσε ότι ο τάφος πρόκειται να καθαριστεί, να μπει μια πλακέτα όπου θα αναφέρεται το όνομά της για να μπορεί κανείς να περάσει και να δει τον τάφο της.
Είπε, ακόμη, ότι υπάρχουν ακόμα μνήμες από ανθρώπους που έζησαν μαζί της, ότι γνώρισαν μια εντυπωσιακή γυναίκα, μια πολύ όμορφη και μοντέρνα γυναίκα για την εποχή της.
Υπάρχουν και οι πληροφορίες που λένε ότι υπήρξε κατάσκοπος της Γαλλίας, γι’ αυτό και ήταν υποπρόξενος της Γαλλίας αμισθί στη νότια Κρήτη.
Μαντάμ Ορτάνς: Εταίρα για τους πολλούς, Αγία για τους κατοίκους της Ιεράπετρας
Καταρχήν να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους. Ο τάφος της “Μαντάμ Ορτάνς” δεν “ανακαλύφθηκε”. Δεν ήταν χαμένος για να ανακαλυφθεί. Οι παλαιότεροι κάτοικοι της Ιεράπετρας και όσοι ασχολούνται ειδικά με την ιστορία της Κρήτης, γνώριζαν πως το μνήμα της διάσημης Γαλλίδας εταίρας βρισκόταν όντως στο δημοτικό κοιμητήριο της Ιεράπετρας.
Ξεχασμένο, βέβαια, από τον πολύ κόσμο και από τους νεότερους κατοίκους της πόλης. Κι αυτό γιατί οι περισσότεροι θεωρούν ότι η “κυρία Ορτανσία” είναι ένα μυθικό πρόσωπο, πλασμένο από την πένα του Νίκου Καζαντζάκη ή από τον φακό του Μιχάλη Κακογιάννη, που μετέφερε αριστοτεχνικά στην μεγάλη οθόνη το “Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά”.
Η “Μαντάμ Ορτάνς”, ωστόσο, ήταν πέρα για πέρα υπαρκτό πρόσωπο. Γεννήθηκε στη Μασσαλία, την Τουλόν ή στο Παρίσι με το όνομα Αντελίνα Γκιτάρ. Ναι, υπήρξε από τις πλέον διάσημες εταίρες της Ευρώπης των αρχών του 20ου αιώνα, ώστε οι τρεις γαλλικές πόλεις να ερίζουν για την καταγωγή της. Ήρθε στην Κρήτη, στα Χανιά το 1898. Το πρώτο έτος, δηλαδή, που στην Κρήτη έπνεε ο άνεμος της ελευθερίας, ύστερα από σχεδόν δυόμιση αιώνες οθωμανικής κατοχής. Ήρθε έπειτα από πρόσκληση του Ναυάρχου Ζώρζ Ποτιέ, του επικεφαλής της γαλλικής ναυτικής Μοίρας, που αποτελούσε τμήμα της διεθνούς ειρηνευτικής δύναμης στην Κρήτη.
Ο Ποτιέ την είχε γνωρίσει στον πολυτελή οίκο ανοχής που η Αντελίνα διατηρούσε στο Παρίσι. Γοητευμένος ο Ναύαρχος της πρότεινε να τον ακολουθήσει στην “εξωτική” του περιπέτεια, μεταφέροντας την “επιχείρηση” της στην έδρα του διεθνούς στόλου, στα Χανιά.
Εξάλλου, για την ίδια ανοιγόταν επιχειρηματικά “πεδίον δόξης λαμπρόν”. Εκατοντάδες αξιωματικοί και χιλιάδες ναύτες από τα πληρώματα των γαλλικών, των βρετανικών, των ιταλικών και των ρωσικών πλοίων, θα είχαν ανάγκη τις υπηρεσίες της.
Πράγματι η Αντελίνα δημιούργησε ένα λαμπρό οίκο ανοχής στην τότε πρωτεύουσα της “Κρητικής Πολιτείας”. Τα Χανιά γέμισαν όμορφες Γαλλίδες και η ίδια – πάντα με την στήριξη του Ποτιέ – βρέθηκε να κινείται στα σαλόνια του “καλού κόσμου”, ακόμη και στην αυλή του πρώτου κυβερνήτη της “Κρητικής Πολιτείας”, του πρίγκιπα της Ελλάδας, Γεωργίου.
Η επιχείρηση λειτούργησε άψογα για επτά χρόνια. Η Αντελίνα, γνωστή πια στους κοσμικούς κύκλους των Χανίων και του Ηρακλείου ως “Μαντάμ Ορτάνς”, θησαύριζε. Το 1905, ωστόσο, συνέβησαν σημαντικά γεγονότα που επηρέασαν άμεσα και την Αντελίνα. Ο προστάτης της, Ναύαρχος Ποτιέ, πήρε μετάθεση και, κυρίως, ο Πρίγκιπας Γεώργιος ανατράπηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο στο γνωστό “κίνημα του Θερίσου”. Η ίδια δεν ήταν πια αρεστή στη “νέα τάξη πραγμάτων”. Ο κύκλος της είχε υποχρεωθεί να εγκαταλείψει την Κρήτη, μαζί με τον πρίγκιπα.Η ίδια είχε κουραστεί. Κόντευε τα πενήντα. Τουλάχιστον είχε χρήματα. Ένας ντόπιος της “πούλησε έρωτα”. Αυτή, η ιέρεια του έρωτα, τον είχε ανάγκη. Τον ακολούθησε στο Ηράκλειο, στον Άγιο Νικόλαο, στη Σητεία. Το λαμπερό αλλά ” κακόηχο” παρελθόν της, όμως, την ακολουθούσε. Δεν στέριωσε πουθενά. Τότε ο εραστής της της πρότεινε την Ιεράπετρα, ως μια κοινωνία πιο ανεκτική και μακριά από την πόλη, όπου είχε γεννηθεί η φήμη της. Στην Ιεράπετρα η Αντελίνα όντως στέριωσε. Άνοιξε στην αρχή ένα μικρό… μπακάλικο και στη συνέχεια ένα πολυτελές ξενοδοχείο που το ονόμασε “Γαλλία”.
Ως “η μετανοήσασα Μαγδαληνή”, όπως την αναφέρει στην βιογραφία που της αφιέρωσε ο δημοσιογράφος Μανωλικάκης το 1948, επιδόθηκε σε φιλανθρωπίες, βοηθώντας δεκάδες φτώχειες αγροτικές οικογένειες της περιοχής. Και έτσι έγινε ξανά διάσημη και δημοφιλής. Όχι, όμως, πια ως εταίρα.
Το φιλανθρωπικό της έργο το συνέχισε ακόμη κι όταν ο εραστής της της έκλεψε όλα τα μετρητά μια νύχτα και εξαφανίστηκε. Δεν επέστρεψε ποτέ στη Γαλλία, παρά μόνο μια φορά, για την κηδεία της μητέρας της. Στην Ιεράπετρα έζησε πάνω από είκοσι χρόνια, έχοντας ενσωματωθεί πλήρως στην κοινωνία της. Απεβίωσε το 1938. Λίγο πριν το τέλος ζήτησε να εξομολογηθεί. Δεν υπήρχε καθολικός ιερέας. Εξομολογήθηκε στον παπά Μανώλη Τζοβαλάκη και κηδεύτηκε με το ορθόδοξο τυπικό στο δημοτικό κοιμητήριο της Ιεράπετρας.
Ο τάφος της βρίσκεται εκεί, εδώ και 86 χρόνια. Απλά το γνωρίζουν λίγοι.
Ρεπορτάζ ΕΡΤNews: Ιάσων Ταβλάς