Πάμπλο Νερούδα. Ακόμα και οι ποιητές– όπως και το φεγγάρι- έχουν τη σκοτεινή πλευρά τους…
Ήταν στις 23 Σεπτεμβρίου, όταν με την ευκαιρία της επετείου του θανάτου του Νομπελίστα ποιητή Πάμπλο Νερούδα του αφιερώσαμε την ενότητα ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ με τίτλο: Πάμπλο Νερούδα: τον σκότωσε ο καρκίνος ή ο Πινοτσέτ; Ο Κόσμος περιμένει ακόμα απαντήσεις μετά 50 χρόνια.
Όμως στα σχόλια των αναγνωστών του site μας διαβάσαμε κι αυτό: «Απέκτησε μια κόρη, η οποία έπασχε από υδροκεφαλισμό. Την περιφρονούσε βαθύτατα και την εγκατέλειψε εντελώς. Το δύστυχο κορίτσι, που είχε την ατυχία να έχει πατέρα τον Νερούδα, πέθανε στα χέρια ανάδοχης οικογένειας στην Ολλανδία σε ηλικία 8 ετών, χωρίς να γνωρίσει ποτέ τον πατέρα του… Είχε κατηγορηθεί και για βιασμό μιας φτωχής ιθαγενούς σε κάποια εξωτική χώρα που υπηρέτησε ως Πρόξενος»! Αυτά έγραφε ο σχολιαστής, που μας έδωσε τη σκυτάλη για αναζήτηση. Αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζαμε τίποτα από τα παραπάνω· να αληθεύουν; Ακόμα και το φεγγάρι έχει κηλίδες, έλεγαν οι Ρωμαίοι· σωστά!
Ένας άνδρας κι ένα άγαλμα…
Στα απομνημονεύματά του Νερούδα υπό τον τίτλο: «The Complete Memoirs», που εκδόθηκαν έναν χρόνο μετά τον θάνατό του, το 1974, ο ποιητής περιγράφει τον βιασμό μιας γυναίκας, «μιας Ταμίλ» (εθνοτική ομάδα), που διέπραξε όταν ήταν πρόξενος της Χιλής, μεταξύ 1929 και 1930, στην Κεϋλάνη (σημερινή Σρι Λάνκα). «Ήταν η συνεύρεση ενός άνδρα και ενός αγάλματος. Κρατούσε τα μάτια της ορθάνοιχτα όλη την ώρα, εντελώς αδιάφορη. Είχε δίκιο που με περιφρόνησε», γράφει ο Νερούδα στην de profundis εξομολόγησή του, που όμως έφθασε στα μάτια των θαυμαστών του μετά θάνατον.
Η αποκάλυψη του ποιητή είναι η μόνη απόδειξη του τι είχε συμβεί στο δειλινό της δεκαετίας του 1920. Η Ιζαμπέλ Αλιέντε, επίσης διάσημη συγγραφέας και επίσης Χιλιανή, κάλεσε τον Ιανουάριο του 2022 τον κόσμο να μην σαμποτάρει το έργο του ποιητή: «Ο Νερούδα ομολογεί ότι βίασε μια γυναίκα και οι χιλιανές φεμινίστριες θέλουν να τον εξαφανίσουν. Άλλο είναι ο ελαττωματικός άνθρωπος- και όλοι έχουμε ελαττώματα- και άλλο το έργο του», επισήμανε η συγγραφέας.
«Κοιτάζω τα πιο μεγάλα μάτια του ουρανού και σκύβω στο στόμα σου για να φιλήσω τη γη», γράφει ο Πάμπλο Νερούδα σε ένα από τα ερωτικά του ποιήματα· όταν ο αναγνώστης-θαυμαστής του Χιλιανού Νομπελίστα φέρει στο νου τα τρομαγμένα μάτια και τα ερμητικά κλειστά χείλη της δύστυχης Ταμίλ, το ποίημα γκρεμίζεται και μαζί του κι ο δημιουργός του!
Κακά τα ψέματα, δεν μπορείς να ευαγγελίζεσαι τον άδολο έρωτα, το πάθος και την αγάπη και να τα υμνείς όλα τούτα με ποιήματα διαχρονικά, με αριστουργήματα και εσύ, ο δημιουργός τους, να είσαι «σάπιος».
Και αφήνουμε στην άκρη τον «βιασμό» (σε εισαγωγικά γιατί ως πράξη βιασμού ερμηνεύεται το κείμενο του Νερούδα από τους αναλυτές· ούτε καταγγελία υπήρξε, ούτε άλλη μαρτυρία) και περνάμε σε ένα πιο ευαίσθητο θέμα, εκείνο με την μοναδική κι όχι «μονάκριβη», όπως σημείωσε κάποιος εύστοχα, κόρη του ποιητή.
Ούτε μια σταγόμα μελάνι για την κόρη του!
Η Μάλβα Μαρίνα- μοναδική απόγονος του Πάμπλο- γεννήθηκε στη Μαδρίτη, τον Αύγουστο του 1934 από την πρώτη σύζυγο του Νερούδα, Μαριέτζε Χάγκενααρ και πέθανε κάτι περισσότερο από οκτώ χρόνια μετά, στην κατεχόμενη από τους Ναζί Ολλανδία, από τις επιπλοκές της υδροκεφαλίας από την οποία έπασχε. Η υδροκεφαλία είναι μια ιατρική κατάσταση κατά την οποία, στα βρέφη, μπορεί να συμβεί λόγω γενετικών ανωμαλιών· γίνεται άμεσα αντιληπτή από την αύξηση του μεγέθους της κεφαλής. Τα συμπτώματα ποικίλουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Η συμπίεση του εγκεφάλου από το συσσωρευμένο υγρό μπορεί τελικά να προκαλέσει νευρολογικά συμπτώματα όπως σπασμούς, διανοητική αναπηρία και επιληπτικές κρίσεις.
Η κόρη του Νερούδα δεν είχε δει ποτέ τον πατέρα της μετά την εγκατάλειψή της σε ανάδοχη οικογένεια και εκείνος αρνήθηκε να αναγνωρίσει το θάνατό της. Στα απομνημονεύματά του ο ποιητής δεν έχει ξοδέψει ούτε μια σταγόνα μελάνι για την πρωτότοκη-ειμαρμένη κόρη του.
Να σημειώσουμε ακόμα ότι ο Νερούδα αρνήθηκε να βοηθήσει την μητέρα της Μάλβα Μαρίνα και τότε σύζυγό του να διαφύγει στη Χιλή, με αποτέλεσμα να συλλήφθη από τους Ναζί, να κλειστεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, από όπου, όμως, βγήκε ζωντανή το 1945.
Η 52χρονη ολλανδή συγγραφέας και ποιήτρια Χάγκαρ Πίτερς (Hagar Peeters) στο βιβλίο της «Μάλβα», που εκδόθηκε το 2015, αναρωτιέται: «Πώς θα μπορούσε ο Πάμπλο Νερούδα, ένας ποιητής βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας, υπερασπιστής των καταπιεσμένων, να εγκαταλείψει τη γυναίκα και το παιδί του έτσι απλά;».
Αφηγητής της ιστορίας του μυθιστορήματος είναι η ίδια η Μάλβα, η οποία, μετά θάνατον, εγκαλεί τον πατέρα της· ζητώντας τη βοήθεια σοφών πνευμάτων όπως του Σωκράτη και του Γκαίτε, αναζητά απαντήσεις σε ερωτήματα που δεν έχουν σταματήσει να την κατατρύχουν και μετά τον θάνατό της.
«Ένα ανελέητο κεφάλι»
Ο επίσης Νομπελίστας ποιητής, ο Ισπανός Βιθέντε Αλεϊχάντρε (Vicente Aleixandre) έγραφε στο ημερολόγιό του τον Αύγουστο του 1934: «Ένα γιγαντιαίο κεφάλι. Ένα ανελέητο κεφάλι, ικανό να καταβροχθίσει τα δικά του χαρακτηριστικά, ήταν ακριβώς αυτό: κεφάλι σκληρό, πρησμένο χωρίς έλεος, χωρίς σχήμα, σε σημείο να χάνει τον σκοπό της ύπαρξής του. Ένα πλάσμα (ήταν;) που δεν μπορούσες να το κοιτάξεις χωρίς πόνο. Μια άτακτη μάζα ιστό».
Ο Αλεϊχάντρε είχε επισκεφτεί το νεογέννητο του Νερούδα στο θρυλικό Casa de las Flores στη Μαδρίτη, όπου ο χιλιανός ποιητής ζούσε με τη Μαριέτζε, την οποία ο Πάμπλο αποκαλούσε χαϊδευτικά Μαρούκα. Με την Μαριέτζε, ο Νερούδα είχε γνωριστεί στην Ινδονησία το 1930, όπου υπηρετούσε ως πρόξενος της Χιλής και παντρεύτηκαν την ίδια χρονιά· εκείνη στα 26 χρόνια της κι εκείνος στα 30· εκείνη Ολλανδή άποικος από ξεπεσμένη οικογένεια εμπόρων, εκείνος… ποιητής.
Ο Νερούδα δεν αποδέχτηκε ποτέ την αναπηρία της κόρης του: «Η κόρη μου, αν μπορώ να την αποκαλώ έτσι», έγραψε σε γράμμα που έστειλε σε φίλο του γράφοντας για τη Μάλβα, «είναι ένας βρικόλακας τριών κιλών, μια βδέλλα, ένα φρικιό, τέρας, ένα τελείως γελοίο ον»!
Ευκαιρία για φυγή…
Στις αρχές Ιουλίου 1936, η αυξανόμενη πολιτική ένταση στην Ισπανία -το πραξικόπημα του Φράνκο θα γινόταν στις 18 Ιουλίου- του έδωσε την τέλεια δικαιολογία για να απαλλαγεί από τη γυναίκα και την («βδέλλα») κόρη του. Έστειλε τη Μάλβα και τη Μαρούκα στη Βαρκελώνη από όπου τον Νοέμβριο έφυγαν για τη Χάγη. Στην κοντινή πόλη Γκούντα, η Μαρούκα βρήκε μια αυστηρή προτεσταντική οικογένεια, οπαδοί της Χριστιανικής Επιστήμης, πρόθυμη να δεχθεί τη Μάλβα, την οποία επισκεπτόταν μια φορά το μήνα· η μητέρα της εργαζόταν σκληρά για να παρέχει τα απαραίτητα στη Μάλβα.
Ο Νερούδα, εν τω μεταξύ, είχε μετακομίσει στο Παρίσι με τη νέα του ερωμένη, μια αργεντινή αριστοκράτισσα, τη Delia del Carril, 20 χρόνια μεγαλύτερή του, όπου φρόντισε να διακινήσει περισσότερους από 2.200 ισπανούς πρόσφυγες με ασφάλεια στη Χιλή. Τον Ιούνιο του 1940, ο Νερούδα, διορίστηκε πρόξενος στο Μεξικό. Τον προηγούμενο μήνα, οι Ναζί είχαν εισβάλει και είχαν καταλάβει την Ολλανδία. Η Μαρούκα του έστειλε γράμματα απόγνωσης ζητώντας χρήματα· τα αγνόησε. Η ατυχής Μάλβα πέθανε σε απόλυτη ανέχεια στα 8 της χρόνια, στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο και ρημαγμένη από τους Ναζί Ολλανδία.
Αφού πέθανε η Μάλβα, στις αρχές Μαρτίου του 1943, η Μαρούκα ζήτησε από τον Πάμπλο Νερούδα να τη βοηθήσει να διαφύγει από την Ολλανδία-κάτι που, ως διπλωμάτης καριέρας, (ίσως) θα μπορούσε να είχε διευθετήσει· ο Νερούδα αρνήθηκε!
Από τους ισπανόφωνους φίλους του Νερούδα, μόνο ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και ο ποιητής Μιγκέλ Ερνάντες (πέθανε στη φυλακή από τύφο και φυματίωση) αντιμετώπισαν τη μικρή Μάλβα με καλοσύνη· και οι δύο χάθηκαν στη φρανκική καταιγίδα.
Ο Νερούδα θεωρείται από πολλούς ο εθνικός ποιητής της Χιλής και τα έργα του είναι δημοφιλή και με παγκόσμια επιρροή.
Ο δημοφιλής κολομβιανός συγγραφέας Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες αποκάλεσε κάποτε τον Νερούδα ως «τον μεγαλύτερο ποιητή του 20ου αιώνα σε οποιαδήποτε γλώσσα»!
Αλλά ας αφήσουμε τη μικρή Μάλβα, την κόρη του ποιητή, που δεν τον γνώρισε ποτέ, να μας πει τη γνώμη για τον πατέρα της, με τον εξαιρετικό αφηγηματικόλόγο της Χάγκαρ Πίτερς: «Ξαφνικά συνειδητοποιώ σοκαρισμένη ότι οι δύο πιο αγαπητοί ποιητές, οι μόνοι που ήταν κάποτε καλοί μαζί μου, ήταν αυτοί που ρίσκαραν και έχασαν τη ζωή τους βάζοντας τις οικογένειές τους πάνω από όλους, ενώ ο πατέρας μου, που εγκατέλειψε την οικογένειά του, συνέχισε να ζει»! Τι άλλο; Κι όμως έχει κι άλλο…
Ούτε που απάντησε!
Η (κάποτε αγαπημένη σύζυγος του Νερούδα) Μαριέτζε Χάγκενααρ (Marietje Reyes-Hagenaar) πέθανε από καρκίνο το 1965, στη Χάγη, μόνη και πάμπτωχη. Ο Νερούδα βρισκόταν στη Χιλή, όπου έλαβε μια επιστολή από έναν εκπρόσωπο της ενορίας της πρώην γυναίκας του, που αναρωτιόταν αν ο ποιητής θα μπορούσε να συνεισφέρει σε κάποια από τα έξοδα της κηδείας. Σε αντάλλαγμα, ο εκπρόσωπος εκείνος προσφέρθηκε να του στείλει το δαχτυλίδι και το ρολόι της Μαριέτζε· δεν έλαβε απάντηση ποτέ.
Ο ποιητής, ίσως, ήταν απασχολημένος για να γράψει: «Αγάπη μου, συναντηθήκαμε διψασμένοι και ήπιαμε όλο το νερό και το αίμα, συναντηθήκαμε πεινασμένοι και δαγκώσαμε ο ένας τον άλλον όπως η φωτιά δαγκώνει, αφήνοντας μας πληγές. Αλλά περίμενέ με, φύλαξε μου την γλυκά σου. Θα σου δώσω και ένα τριαντάφυλλο»… Κούφια λόγια· χωρίς αντίκρισμα!
Στην ομιλία του στη Σουηδική Ακαδημία κατά την απονομή του Βραβείου Νόμπελ, ο Νερούδα είχε πει ανάμεσα σε πολλά άλλα: «…τα καθήκοντά μου ως ποιητής περιλαμβάνουν τη φιλία όχι μόνο με το τριαντάφυλλο και με τη συμμετρία, με την ύψιστη αγάπη και την ατελείωτη λαχτάρα, αλλά και με τις αδυσώπητες ανθρώπινες ασχολίες που έχω ενσωματώσει στην ποίησή μου». Τα καθήκοντά του ως άνθρωπος τα είχε παραμερίσει ο ποιητής!
Τελικά, σημασία έχει ο άνθρωπος ή το έργο του; Κι όταν ο άνθρωπος είναι «ελαττωματικός», σαπρός κι ανήθικος πόσο αριστουργηματικό, ηθικό και άσηπτο είναι το- βραβευμένο- έργο του; Αλλά ποιοι είμαστε εμείς για να κρίνουμε έναν Πάμπλο Νερούδα; Ε;